Τετάρτη 13 Νοεμβρίου 2013

Έρημη Πόλη: Κεφάλαιο 2ο



«Καθίστε εκεί και περιμένετε λίγο. Όταν έρθει η σειρά σας θα ειδοποιηθείτε», λέει με ψυχρή ευγένεια η γυναίκα που με υποδέχθηκε. Ήταν καθισμένη πίσω από ένα λιτό ξύλινο γραφείο. Η επιφάνειά του είναι άδεια, εκτός από έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή και τα περιφερειακά του. Κοιτάζω προς την κατεύθυνση όπου μου δείχνει κι αντικρύζω μια σειρά από μεταλλικές καρέκλες, συνολικά τέσσερις. Στα αριστερά τους υπάρχει ένας μεταλλικός κάδος αχρήστων και στα δεξιά τους ένα φυτό εσωτερικού χώρου με πλούσια φυλλωσιά.
Επιλέγω να καθίσω στην αριστερή από τις καρέκλες. Μπροστά τους υπάρχει ένα χαμηλό τραπέζι, με γυάλινη επιφάνεια και μεταλλικά πόδια. Στο κάτω μέρος του, υπάρχει μια στοίβα με περιοδικά διαφόρων θεμάτων. Ρίχνω μια γρήγορη ματιά αλλά δεν βρίσκω κάτι που να μου τραβήξει το ενδιαφέρον. Έτσι, βγάζω το κινητό μου και αρχίζω να παίζω παιχνίδια μέχρι να έρθει η ώρα της συνέντευξης.
Ομολογώ πως έχω νευρικότητα. Είναι η πρώτη συνέντευξη στην οποία καλούμαι, ύστερα από πολλούς μήνες συνεχούς αναζήτησης και διαρκών αποστολών βιογραφικών σημειωμάτων. Τώρα, προέκυψε αυτή η δουλειά που αποδεικνύεται ενδιαφέρουσα. Ο μισθός λογικά δεν θα είναι και τίποτε το εξαιρετικό, αλλά από το ολότελα, ακόμη κι αυτό θα είναι ευπρόσδεκτο.  Ειδικά αν ισχύει το στοιχείο που με δελέασε πάνω από όλα, δηλαδή πως θα μπορώ να εργάζομαι από το σπίτι μου.
Αν τα καταφέρω και πιάσω αυτή τη δουλειά, θα γίνουν πολλά βήματα ώστε να χαλαρώσω λίγο στο οικονομικό θέμα. Ελπίζω πως θα πάψω να είμαι αναγκασμένος να κάνω δουλειές του ποδιού και να κυνηγάω μαθητές μήπως κάνω κάποιο ιδιαίτερο. Μερικά ιδιαίτερα, υποθέτω πως θα τα κρατήσω, αλλά τουλάχιστον δεν θα έχω το άγχος στον ίδιο βαθμό που είχα τους τελευταίους δεκαπέντε μήνες.
Αλλά πρέπει να τα πάω καλά στη συνέντευξη που έχω να κάνω. Και όσο περνάει η ώρα, η νευρικότητά μου αυξάνεται. Αυτό είναι κακό σημάδι. Το email με το οποίο με καλέσανε, ανέφερε πως η συνέντευξη ήταν προγραμματισμένη για τις έντεκα το πρωί. Σήμερα το πρωί όμως και ενώ βρισκόμουν στο λεωφορείο, με πήραν τηλέφωνο και με ειδοποίησαν πως η ώρα είχε αλλάξει και η συνέντευξη είχε μεταφερθεί για τις πέντε το απόγευμα.
Αφοσιώνομαι ξανά στο παιχνίδι και προσπαθώ να παίρνω βαθιές και αργές ανάσες. Το κάνω με την ελπίδα πως θα χαλαρώσω και θα αποδώσω το μέγιστο των δυνατοτήτων μου όταν έρθει η στιγμή.
«Κύριε, συγνώμη!» φωνάζει η κοπέλα που ήταν στην υποδοχή. Σηκώνω το βλέμμα και την κοιτάζω, με την ελπίδα μου αναπτερωμένη πως η αναμονή μου έφτασε στο τέλος της. Έχω τερματίσει πέντε διαφορετικές παρτίδες Sudoku, που σημαίνει πως περίμενα τουλάχιστον ένα τέταρτο της ώρας σε αυτή την καρέκλα.
«Έχουμε ένα τεχνικό πρόβλημα και θα καθυστερήσουμε λίγο», μου λέει. Οι ώμοι μου βουλιάζουν από την απογοήτευση. «Ζητούμε συγνώμη για την ταλαιπωρία. Προσφέρουμε καφέ ή άλλο ρόφημα της αρεσκείας σας». Παρά τα λόγια της, το ύφος της δεν ήταν ούτε στο ελάχιστο απολογητικό.
Κοιτάζω το ρολόι μου. Έχω ακόμη πάνω από τρεις ώρες διαθέσιμες μέχρι την ώρα που θα αναχωρήσει το τελευταίο λεωφορείο. Όπως φαίνεται, δεν θα επιστρέψω νωρίς στην πόλη μου. Αλλά νιώθω πως δεν έχω επιλογή. Αφού ήρθα, θα πρέπει να μείνω για όση ώρα απαιτήσει η περίσταση. Πραγματικά τη χρειάζομαι αυτή τη δουλειά.
«Τι θα πάρετε;» με ρωτάει ξανά η κοπέλα. Κοιτάζει προς το μέρος μου και το ύφος της δείχνει παντελή αδιαφορία. Σκέφτηκα να αρνηθώ να πάρω κάτι, αλλά συνειδητοποιώ πως διψάω. Από την ώρα του μεσημεριανού μου δεν έχω πιεί κανένα υγρό.
Και ούτως ή άλλως, αυτοί οι τύποι με έχουν ήδη για αρκετή ώρα στην αναμονή κι αυτό δεν αναμένεται να αλλάξει σύντομα. Το λιγότερο που μπορούν να κάνουν είναι να μου προσφέρουν κάτι σαν αντάλλαγμα για τον χρόνο που θα περιμένω.
«Ένα μπουκαλάκι νερό και είμαι εντάξει, ευχαριστώ», της λέω. Αυτή γνέφει καταφατικά, σηκώνεται από το κάθισμά της και κατευθύνεται προς μια πόρτα που πάνω έχει κολλημένη μια πινακίδα.

ΠΡΟΣΟΧΗ – ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΤΟΥΣ ΜΗ ΕΧΟΝΤΕΣ ΓΡΑΠΤΗ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ

Περίεργη πινακίδα να έχεις σε μια πόρτα απλής εταιρίας εισαγωγών. Πιο πολύ θυμίζει κάτι που θα έβλεπε κάποιος σε μια στρατιωτική εγκατάσταση. Νιώθω μια στιγμιαία ανησυχία αλλά την προσπερνώ. Ίσως και να μην είναι τόσο σπάνιο. Στο κάτω – κάτω, κι εγώ αν ήμουν ο υπεύθυνος μιας μεγάλης εταιρίας θα ήθελα να αποτρέπω τον οποιονδήποτε τυχαίο από το να μπαίνει μέσα στα ενδότερα και να ψαχουλεύει.
Η κοπέλα περνάει την πόρτα και αυτή κλείνει πίσω της. Κοιτάζω ξανά την πινακίδα για λίγες στιγμές και ύστερα αφοσιώνομαι ξανά στο παιχνίδι μου.
Σύντομα, ακούω την πόρτα να ανοίγει ξανά. Αυτή τη φορά ήταν γρήγορα. Δεν θα πέρασε πάνω από μισό λεπτό από τότε που η κοπέλα μπήκε μέσα στην περιοχή όπου απαγορεύεται η είσοδος.
«Ορίστε, το νερό σας», μου λέει, χαμογελώντας ελαφρά. Απλώνει προς το μέρος μου ένα μπουκαλάκι κι ένα πλαστικό ποτήρι. Τα παίρνω στα χέρια μου.
«Ευχαριστώ», της λέω. Με κοιτάζει προσεκτικά και ύστερα μου γυρίζει την πλάτη. Κατευθύνεται και κάθεται ξανά στο γραφείο της. Δείχνει πως αφοσιώνεται στην εργασία που κάνει στον υπολογιστή της, αλλά διακρίνω ότι που και που ρίχνει κλεφτές ματιές προς το μέρος μου. Την κοιτάζω και χαμογελάω. Μου απαντάει κι αυτή με ένα ψυχρό χαμόγελο.
Ανοίγω το μπουκάλι και γεμίζω το ποτήρι. Πίνω μια μικρή ποσότητα δοκιμαστικά στην αρχή και διαπιστώνω πως δεν είναι πολύ κρύο. Αυτό είναι καλό. Σηκώνω το ποτήρι και το αδειάζω με τη μια. Βάζω και το υπόλοιπο νερό στο ποτήρι και πετάω το μπουκάλι σε έναν μεταλλικό κάδο σκουπιδιών που ήταν δίπλα στην καρέκλα μου. Αφήνω το ποτήρι με το λίγο εναπομένον νερό στο τραπέζι και αφοσιώνομαι ξανά στο παιχνίδι.
Ύστερα από λίγο όμως, σταματάω ξανά και αφήνω τη συσκευή στη διπλανή καρέκλα. Αρχίζω να νιώθω το κεφάλι μου ελαφρύ. Σηκώνομαι από την καρέκλα όπου καθόμουν αλλά νιώθω τα πόδια μου αδύναμα να στηρίξουν το βάρος μου.
Νιώθω τις αναπνοές μου να είναι γρήγορες και ρηχές. Μεγάλο μέρος της όρασής μου έχει πια σκοτεινιάσει, καθαρά βλέπω πια μόνο στο κέντρο του οπτικού μου πεδίου. Αλλά ακόμη κι εκεί τα χρώματα δεν είναι φυσιολογικά.
Κάτι μου συμβαίνει. Κάτι κακό.
Παρατηρώ πως η κοπέλα της γραμματείας έχει στραφεί προς το μέρος μου και με κοιτάζει με ενδιαφέρον. Ανοίγω το στόμα μου με σκοπό να της πω πως κάτι έπαθα και χρειάζομαι βοήθεια.
Αντί αυτού, το μόνο που καταφέρνω, είναι να βγάλω κάποιους αδύναμους, ακατανόητους ήχους. Βλέπω την γαλάζια μοκέτα που ήταν στρωμένη στο πάτωμα να με πλησιάζει ταχύτατα. Προλαβαίνω να παρατηρήσω μια μικρή ατέλεια στην ύφανσή της.
Και ύστερα με τυλίγει το σκοτάδι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου